λαρυγγοπληγία

λαρυγγοπληγία
λαρυγγοπληξία η мед. паралич мышц гортани

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "λαρυγγοπληγία" в других словарях:

  • λαρυγγοπληγία — η η ολική ή μερική παράλυση τών μυών τού λάρυγγα η οποία εμφανίζεται σε βλάβες τού κεντρικού νευρικού συστήματος ή τών νεύρων τού λάρυγγα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»